- συμβάντος
- συμβαίνωstand with the feet togetheraor part act masc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κλου — το άκλ. το πιο ενδιαφέρον ή το πιο αξιοπερίεργο σημείο ενός συμβάντος («και το κλου στην όλη ιστορία είναι ότι, μετά από όλα αυτά, εκείνος τήν εγκατέλειψε»). [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. clou] … Dictionary of Greek
ξαναθύμηση — η [ξαναθυμάμαι] ανάμνηση, επαναφορά στον νου ενός προσώπου ή πράγματος ή συμβάντος … Dictionary of Greek
πιθανότητα — Η θεωρία των πιθανοτήτων είναι ένας αρκετά νέος, σχετικά, κλάδος των μαθηματικών, του οποίου η συμβολή και η σημασία του για τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, τη βιολογία, τη βλητική, καθώς και για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη βιομηχανία… … Dictionary of Greek
πυρήνας — Δομικό συστατικό, που σε κάθε κύτταρο, ζωικό ή φυτικό, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σύνθεση των ειδικών πρωτεϊνών και στις διεργασίες αναπαραγωγής. Συνήθως πρόκειται για ένα σφαιρικό στοιχείο που, οροθετούμενο από μια δική του μεμβράνη,… … Dictionary of Greek
συντεταγμένη — η, Ν 1. συν. στον πληθ. οι συντεταγμένες αριθμοί ή ζεύγη αριθμών ή τριάδες ή τετράδες αριθμών με τη βοήθεια τών οποίων καθορίζεται η θέση ενός σημείου ευθείας, επιπέδου, τού χώρου ή τού χρονοχώρου, αντίστοιχα 2. φρ. α) «άξονες συντεταγμένων»… … Dictionary of Greek
Λόρεντς, Χέντρικ Αντόον — (Hendrik Antoon Lorentz, Άρνεμ 1853 – Χάρλεεμ 1928). Ολλανδός φυσικός και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στο Λέιντεν, όπου διορίστηκε καθηγητής της μαθηματικής φυσικής, ενώ αργότερα ανέλαβε τη διεύθυνση των ερευνών στο ινστιτούτο Τέιλερ, στο Χάαρλεμ.… … Dictionary of Greek
μαύρο κουτί — (flight recorder). Ειδική συσκευή, η οποία καταγράφει διάφορα στοιχεία μιας αεροπορικής πτήσης, όπως για παράδειγμα της κατεύθυνσης, της ταχύτητας, του υψομέτρου και άλλων ενδείξεων οργάνων, και των συνομιλιών του πληρώματος σε πραγματικό χρόνο.… … Dictionary of Greek
Πακιστάν — Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει στα Β με την Κίνα, στα Δ με το Αφγανιστάν και το Ιράν, στα Α με την Ινδία ενώ στα Ν βρέχεται από την Αραβική Θάλασσα.Tο Πακιστάν είναι μια «ινδική» χώρα υπό την έννοια ότι γεωγραφικά αποτελεί μέρος της «ινδικής… … Dictionary of Greek
Πιαζέ, Ζαν — (Piaget, 1896 – 1980). Ελβετός ψυχολόγος, βιολόγος και παιδαγωγός. Μαθητής του Κλαπαρέντ και συνδιευθυντής του Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Επιστημών της Γενεύης. Η συμβολή του υπήρξε σημαντική στην προσπάθεια για τη διευρεύνηση των προβλημάτων… … Dictionary of Greek
Χόλμπαχ, Πάουλ - Χάινριχ Ντίτριχ, βαρόνος του — (Holbach, Χάιντελσχάιμ, Παλατσιάνο 1723 – Παρίσι 1789). Γάλλος φιλόσοφος του Διαφωτισμού. Από γερμανική οικογένεια, έγινε Γάλλος πολίτης το 1749. Συνεργάστηκε στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό, με άρθρα επιστημονικού περιεχομένου. Η απέραντη… … Dictionary of Greek